Για την καταγωγή του Μεγάλου Αλέξανδρου, ο Πλούταρχος δίνει ξεκάθαρη απάντηση: Aπόγονος του μυθικού Ηρακλή μέσω του Κάρανου, από το μέρος του πατέρα και του Αιακού, μέσω του Νεοπτόλεμου από εκείνο της μητέρας του. Αξίζει να σταθούμε όμως πρώτα στην ετυμολογική προέλευση του ονόματος του Αλέξανδρου. Κατά την επικρατέστερη άποψη, το όνομα Αλέξανδρος, προέρχεται από το ρήμα ‘αλέκω’ (απωθώ, απομακρύνω) και το ουσιαστικό ‘ανήρ’, είναι κατ’ εξοχήν όνομα που προσιδιάζει σε ηγέτη, καθώς η πρώτη ιδιότητα του Αρχηγού είναι η ικανότητά του να αποτρέπει και να εξουδετερώνει τους αντιπάλους. Το ελληνικό όνομα του Αλέξανδρου, αλλά και εκείνο του πατέρα, της μητέρας, των προγόνων, των δασκάλων, των στρατηγών του κλπ, είναι από μόνα τους ικανή απόδειξη για την καταγωγή του ανδρός, της δυναστείας και του λαού της Μακεδονίας στο σύνολό του. Στο σημείο αυτό αξίζει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στο ,επίσης ελληνικό, όνομα του Βουκεφάλα, που δόθηκε στο άλογο, όπως περιγράφει ο Αρριανός, από το γεγονός ότι, ενώ ήταν μαύρο, είχε στο κεφάλι ένα άσπρο σημάδι σε σχήμα κεφαλής βοός. Συμπερασματικά, η όλη ονοματολογία η οποία μας είναι γνωστή από τις ιστορικές πηγές, αποτελεί απόδειξη του ότι η γλώσσα της Αρχαίας Μακεδονίας ήταν η ελληνική, επειδή θα ήταν πράγματι περίεργο να υπήρχε άλλη, διαφορετική καθομιλουμένη και να μην υπάρχει ούτε η ελάχιστη ένδειξη γι’ αυτήν, ούτε καν στα ονόματα (και, μάλιστα, ούτε σ’ εκείνο του αλόγου).
Η Παιδεία
Οι δάσκαλοι και του Αλέξανδρου, μας λέει ο Πλούταρχος, ήταν Έλληνες και η παιδεία την οποία έλαβε ελληνική: Επικεφαλής, της ομάδας των παιδαγωγών του υπήρξε ο Λεωνίδας, συγγενής της Ολυμπιάδας και δεύτερος κατά σειράν ο Λυσίμαχος από την Ακαρνανία. Ο κατ’ εξοχήν όμως παιδαγωγός και διαμορφωτής του έξοχου χαρακτήρα του Αλέξανδρου ήταν “Ο των φιλοσόφων ενδοξότατος και λογιώτατος Αριστοτέλης”, για τον οποίο ο Αλέξανδρος έτρεφε ιδιαίτερο σεβασμό και αγάπη.
Τα Αναγνώσματα
Ο Αλέξανδρος έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη την Ιλιάδα, αντίγραφο της οποίας, σχολιασμένο από τον Αριστοτέλη, είχε πάντοτε κοντά του. Τα βιβλία που τον συντρόφευαν στην εκστρατεία ήταν τα έργα του Φιλίστου, πολλέσ από τισ τραγωδίες του Ευριπίδη, του Σοφοκλή και του Αισχύλου, καθώς και οι διθύραμβοι του Τελέστου και του Φιλόξενου”. Η αγάπη του Αλέξανδρου για τον Πίνδαρο έσωσε, όπως είναι γνωστό, την ζωή των απογόνων του ποιητή από τον θάνατο, καθώς αυτοί εξαιρέθηκαν από εκείνους που σκοτώθηκαν ή πουλήθηκαν ως δούλοι μετά την καταστροφή των Θηβών.
Οι Αρχές
Η παιδεία του είχε ως βάση τα ελληνικά ιδεώδη της αρετής, της γνώσης, της φιλοτιμίας και της ανδρείας και για τον λόγο αυτόν “δεν επιθυμούσε ούτε ηδονή, ούτε πλούτο, αλλά αρετή και δόξα … και πράξεις σημαντικές”. Για τον ίδιο λόγο ήθελε η εξουσία του “να είναι απαλλαγμένη από χρήματα, χλιδή και απολαύσεις, αλλά να είναι πλούσια σε αγώνεσ, πολέμους και φιλοδοξίες”. Θεωρούσε δουλοπρεπές να ζει κανείς στη χλιδή και βασιλικό το να σέβεται τους νόμους και να υποβάλλεται σε κόπους, σε περίοδο κατά την οποία όλος ο μη ελληνικός κόσμος της εποχής, ιδιαιτέρως δε οι Πέρσες και οι ανατολικοί λαοί, εκθείαζαν τη δύναμη της εξουσίας και του χρήματος, εντρυφούσαν στις απολαύσεις, συσσώρευαν πλούτο και, όπως περιφρονητικά περιγράφει ο Ηρόδοτος, οι ηγέτες τους ζούσαν βυθισμένοι στην χλιδή, ακόμη και στην διάρκεια πολεμικών εκστρατειών.
Το Δωδεκάθεο
Οι συχνές επισκέψεις στα ελληνικά μαντεία, αλλά και οι θυσίες στους θεούς του Ολύμπου υπογραμμίζουν την ελληνοπρέπεια του ανδρός. Στην Ασία ίδρυσε, μας λέει ο Πλούταρχος, βωμούς θεών, που έμειναν για αιώνες σεβαστοί και στους οποίους προσεφέροντο θυσίες.
Τους Ολυμπιακούς Αγώνες
Η μεγάλη αγάπη του Αλέξανδρου για την σωματική άσκηση, την άθληση και την στρατιωτική εκπαίδευση ήταν αποτέλεσμα της ελληνικής παιδείας την οποία είχε λάβει. Σε όσους μάλιστα τον παρακινούσαν, ενώ ακόμη δεν είχε διαδεχθεί τον πατέρα του, να λάβει μέρος στους Ολυμπιακούς αγώνες απαντούσε ότι ασφαλώς θα το έκανε εάν είχε βασιλείς για ανταγωνιστές (ο Αλέξανδρος ήταν πολύ υπερήφανος για την βασιλική του προέλευση και απολύτως πεπεισμένος για την θεϊκή του καταγωγή). Πρόκειται εδώ για το γνωστό επιχείρημα, ότι, επειδή στους Ολυμπιακούς αγώνες συμμετείχαν μόνον Έλληνες, δεν θα ήταν δυνατόν να γίνεται λόγος περί συμμετοχής, εάν ο Αλέξανδρος δεν ήταν Έλληνας.
Τις Μάχες
Οι Έλληνες ονόμαζαν βαρβάρους όλους όσοι δεν ήταν Έλληνες. Ο αρχαίος κόσμος, κατά συνέπεια, χωριζόταν από τους Έλληνες σε δύο κατηγορίες: στον ελληνικό και τον βαρβαρικό. Από τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην αρχή της βασιλείας του Αλέξανδρου, ο Πλούταρχος μνημονεύει τους πολέμους του μεγάλου στρατηλάτη εναντίον των βαρβάρων προς βορράν και, σε αντιδιαστολή, τις μάχες εναντίον των υπολοίπων Ελλήνων, χωρίς από αυτό να μπορεί να στοιχειοθετηθεί, όπως επιχειρείται, ότι οι Μακεδόνες δεν ήσαν Έλληνες. Οι εν λόγω μάχες αναφέρονται με τη ίδια ακριβώς έννοια με την οποία τις βρίσκουμε στην περιγραφή του Πελοποννησιακού πολέμου από τον Θουκυδίδη: μάχες, δηλαδή, για την διεκδίκηση της ηγεμονίας επί των Ελλήνων, από πλευράς Αθηναίων και Σπαρτιατών. Αυτό, βεβαίως δεν σημαίνει ότι οι Αθηναίοι ή οι Σπαρτιάτες δεν ήσαν Έλληνες. Το ίδιο συμβαίνει, κατ’ αναλογίαν και με τους Μακεδόνες, οι οποίοι διεκδίκησαν επίσης την ηγεμονία στον ελληνικό χώρο και ήσαν εξ ίσου Έλληνες, όσο οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες.
Η Εκστρατεία στην Ασία
Στην περιγραφή της προς ανατολάς εκστρατείας, η πρώτη αναφορά που συναντούμε έχει σχέση με την λήψη της μεγάλης απόφασης: Με ψήφισμα που έλαβε χώρα στον Ισθμό, οι Έλληνες αποφάσισαν να εκστρατεύσουν εναντίον των Περσών, ο δε Αλέξανδρος ανηγορεύθη αρχηγός τους. Αρχηγός των Ελλήνων δεν θα ήταν, βεβαίως, δυνατόν να μην είναι Έλληνας.
Η Νίκη στον Γρανικό Ποταμό
Την πρώτη μεγάλη νίκη στον Γρανικό έσπευσε ο Αλέξανδρος να κάνει γνωστή στέλνοντας στους Αθηναίους τριακόσιες ασπίδες αιχμαλώτων στις οποίες ανεγράφη το γνωστό επίγραμμα “Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασίαν κατοικούντων”. Είναι ευνόητο ότι εάν οι Μακεδόνες δεν ήσαν Έλληνες, η αναγραφή παρόμοιου επιγράμματος δεν θα ήταν νοητή.
Ο Οιωνός στην Λυκία
Μετά την κυρίευση των Σάρδεων, της Αλικαρνασσού και της Μιλήτου, αφηγείται ο Πλούταρχος, ο Αλέξανδρος δίσταζε ως προς την περαιτέρω πορεία της εκστρατείας. Και επειδή έδινε ιδιαίτερη προσοχή στους οιωνούς, θεώρησε το ακόλουθο γεγονός ως σημείο οδηγητικό για τον σχεδιασμό της στρατηγικής του: Μία πηγή στην Λυκία, κοντά στην πόλη των Ξανθίων, “άλλαξε αιφνιδίωσ κοίτη από μόνη της, πλημμύρισε και από τον βυθό της έβγαλε χάλκινη πινακίδα με αρχαία γράμματα τα οποία δήλωναν ότι θα σταματήσει η κυριαρχία των περσών όταν την καταλύσουν οι Έλληνες”. Ενθαρρυνθείς από αυτό ο Αλέξανδρος, μας λέει ο Πλούταρχος, έλαβε αμέσως αποφάσεις και προχώρησε νικηφόρα σε όλη την παραλία μέχρι την Φοινίκη και την Κιλικία. Είναι προφανές ότι και το χωρίο αυτό της αφήγησης, αποτελεί απόδειξη για την καταγωγή του Αλεξάνδρου (και όλου του στρατεύματος), επειδή, πώς θα ήταν δυνατόν να ενθαρρυνθεί ο Αλέξανδρος από το γεγονός αυτό εάν δεν θεωρούσε ό ίδιος τον εαυτό του Έλληνα (και το στρατό του ελληνικό).
Η Ίδρυση της Αλεξάνδρεια
Η διάδοση του ελληνικού πολιτισμού ήταν ο σκοπός της εκστρατείας του Μεγάλου Αλέξανδρου και αυτό αποδεικνύεται, μεταξύ άλλων, από την απόφαση για την ίδρυση της Αλεξάνδρειας στην Αίγυπτο, αυτής της μεγάλης ελληνικής πόλης, όπως την ήθελε ο Αλέξανδρος. Ο σχεδιασμός και το κτίσιμο της περιγράφεται από τον Πλούταρχο με τρόπο συναρπαστικό.
Στο Ιερό του Άμμωνος Διός
ο Αλέξανδρος, μετά την μεγαλειώδη και μυστηριακή πορεία του στρατού στην έρημο, ενώπιον του ιερέα του ναού του Άμμωνος Διός, ο οποίος, “Ελληνιστί Βουλόμενος Προσειπείν Μετά Τινος Φιλοφροσύνης «Ω Παιδίον», από βαρβαρισμό τον τελευταίο φθόγγο τον πρόφερε ως σίγμα, με αποτέλεσμα να πει «ω παιδίος», που ερμηνεύθηκε «ω παι Διός», ένα ακόμη σημείο, για τους οιωνοσκόπους, της θεϊκής καταγωγής του Αλέξανδρου. Τι νόημα θα είχε η προσφώνηση στα ελληνικά, από τον ιερέα του Άμμωνος, εάν ο Αλέξανδρος δεν ήταν Έλληνας;
Η Μάχη στα Γαυγάμηλα
Για την περιγραφή της έναρξης της αποφασιστικής μάχης στα Γαυγάμηλα, όπου ηττήθηκε οριστικά ο στρατός του Πέρση βασιλέως, ο Πλούταρχος επικαλείται μαρτυρία του Καλλισθένη, κατά την οποία, ο Αλέξανδρος “έκανε επίκληση στους θεούς και ευχόταν, εάν πράγματι είχε γεννηθεί από τον Δία, να προσφέρουν βοήθεια και ενίσχυση στους Έλληνες”.
Και όταν, αργότερα, ο Αλέξανδρος κάθισε στον βασιλικό θρόνο των Περσών, ο Δημάρατος ο Κορίνθιος δάκρυσε από την συγκίνηση και είπε: “πόσο μεγάλη ευχαρίστηση στερήθηκαν οι έλληνεσ που πέθαναν, πριν δουν στον θρόνο Του Δαρείου να βρίσκεται καθισμένος ο Αλέξανδρος”. Πώς θα ήταν δυνατόν να χαρούν οι Έλληνες τόσο πολύ ώστε να καταγραφεί, στην διήγηση του Πλουτάρχου, ένα τέτοιο σχόλιο, εάν ο Αλέξανδρος δεν ήταν και αυτός Έλληνας;
Η Διάδοση της Ελληνικής Γλώσσας
Την εποχή που ο Αλέξανδρος άρχισε να υιοθετεί στοιχεία του τρόπου ζωής των ανθρώπων της Βαβυλώνας, είχε ήδη συνειδητοποιήσει ότι η σύμμιξη πολιτισμικών στοιχείων θα διευκόλυνε την επικοινωνία και τις επαφές μεταξύ των ντόπιων και του στρατού του, κατά τρόπον ώστε να εξασφαλισθεί σταθερότητα, που θα μπορούσε να διατηρηθεί και μετά το θάνατό του. Για τον λόγο αυτό, διηγείται ο Πλούταρχος, αφού επέλεξε τριάντα χιλιάδες παιδιά έδωσε διαταγή να μάθουν ελληνικά. Πώς, αλήθεια και γιατί ο Αλέξανδρος θα προέβαινε σε μια τέτοια κίνηση, εάν δεν ήταν και ο ίδιος Έλληνας; Η διάδοση της ελληνικής γλώσσας απετέλεσε πολιτιστική προσφορά, με αυταπόδεικτη παιδευτική αξία για τους λαούς της περιοχής. Με την απόφαση αυτή τέθηκαν τα θεμέλια για την διαμόρφωση και την διάδοση της κοινής ελληνικής, η οποία κυριάρχησε, όπως είναι γνωστό στον ελληνιστικό κόσμο, μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου.
Για την Δόξα των Αθηναίων
Προς το τέλος της βιογραφίας συναντούμε μία από τις περισσότερο ανάγλυφες μαρτυρίες, στο έργο του Πλούταρχου, αναφορικώς προς την ελληνοπρέπεια του Αλέξανδρου: Μετά την είσοδο του στρατού στην Ινδία και κατά την διάβαση του ποταμού Υδάσπη (στην άλλη όχθη του οποίου βρισκόταν παρατεταγμένος ο στρατός του βασιλιά Πώρου) νύχτα και με καταιγίδα, είχε ανέβει η στάθμη των υδάτων, διερράγη η κοίτη και μεγάλη ποσότητα νερού έκανε το έδαφος από το οποίο περνούσε ο Αλέξανδρος και οι συμπολεμιστές του, ολισθηρό και με ρωγμές. Τη στιγμή εκείνη, αφηγείται ο Πλούταρχος, άκουσαν τον Αλέξανδρο να αναφωνεί: “Άραγε Αθηναίοι, θα πιστεύατε πόσο μεγάλους κινδύνους διατρέχω για τη δική σας δόξα;” Πόσο μεγαλύτερη διαβεβαίωση απ’ αυτήν θα χρειαζόταν άραγε και ο πλέον δύσπιστος παρατηρητής για να πεισθεί ότι ο Αλέξανδρος αγωνιζόταν συνειδητά, σαν Έλληνας που ήταν, για το μεγαλείο της Ελλάδος, όπως αυτό εκφραζόταν από την λαμπρότητα που ακτινοβολούσε το μεγάλο μητροπολιτικό κέντρο που εξακολουθούσε εκείνη την εποχή να είναι η πόλη των Αθηνών;
Πηγή:diakonima.gr